-
1 συμ-μάρτυρ
συμ-μάρτυρ, υρος, ὁ, ἡ, Mitzeuge; ξυμμάρτυρας ὔμμ' ἐπικτῶμαι, Soph. Ant. 839, ich nehme euch zu Zeugen; Plat. Phil. 12 b.
-
2 ἐπι-κτάομαι
ἐπι-κτάομαι, sich dazu erwerben; σύμμαχον, φίλους, Aesch. Eum. 641. 861; ξυμμάρτυρας ὔμμ' ἐπικτῶμαι Soph. Ant. 839, ich nehme euch zu Zeugen; πατρίοισι χρεώμενοι νόμοισι ἄλλον οὐδένα ἐπικτέωνται Her. 2, 79; ἢ παρέλαβες ἢ ἐπεκτήσω Plat. Rep. I, 330 a; τριήρεις κέκτησϑε πολλάς, καὶ πάτριον ἡμῖν ἐστι ναυτικὸν ἐπικτᾶσϑαι Xen. Hell. 7, 1, 3.
-
3 ξυμμαρτυς
ξυμμάρτυρας ὔμμ΄ ἐπικτῶμαι Soph. — я беру вас (всех) в свидетели;
σ. εἶναί τινί τινος Plat. — свидетельствовать в пользу кого-л. о чем-л. -
4 συμμαρτυς
ξυμμάρτυρας ὔμμ΄ ἐπικτῶμαι Soph. — я беру вас (всех) в свидетели;
σ. εἶναί τινί τινος Plat. — свидетельствовать в пользу кого-л. о чем-л. -
5 ἐπικτάομαι
A gain or win besides, ; πατρίοισι νόμοισιἄλλον οὐδένα ἐπικτῶνται Hdt.2.79
; ἐ. ἀρχήν extend one's empire, Th.1.144;ἐ. τὰ μὴ προσήκοντα Id.4.61
; τριήρεις κέκτησθε πολλὰς καὶ πάτριον ὑμῖν ἐστι ναυτικὸν ἐπικτᾶσθαι add to those you have, X.HG 7.1.3; τόνδ' ἐ. σύμμαχον as an ally, A.Eu. 671; ξυμμάρτυρας ὔμμ' ἐ. S.Ant. 846 (lyr.); acquire additional property, PGiss.108.3 (ii B.C.), etc.:—late in [voice] Pass., Agath.1.2, Just.Nov.123.4.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπικτάομαι
-
6 συμμάρτυρ
συμ-μάρτυρ, υρος, ὁ, ἡ, Mitzeuge; ξυμμάρτυρας ὔμμ' ἐπικτῶμαι, ich nehme euch zu Zeugen
Перевод: с греческого на все языки
со всех языков на греческий- Со всех языков на:
- Греческий
- С греческого на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий
- Русский